Δευτέρα 12 Μαρτίου 2012

ΑΡΘΡΟ 99 ΤΟΥ ΠΤΩΧΕΥΤΙΚΟΥ ΚΩΔΙΚΑ: ΑΣΠΙΔΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΟΟΦΕΙΛΕΤΩΝ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ

E-mail Εκτύπωση PDF

ΚΑΡΜΑΝΙΟΛΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ ΠΟΥ ΤΟΥΣ ΣΤΕΛΝΕΙ ΚΑΤΕΥΘΕΙΑΝ ΚΑΙ ΑΠΛΗΡΩΤΟΥΣ ΣΤΗΝ ΑΝΕΡΓΙΑ!

Του ΔΗΜΗΤΡΗ ΣΤΡΑΤΟΥΛΗ, Συντονιστή Επιτροπής Εργατικής Πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ


Τα δύο χρόνια του μνημονίου χιλιάδες επιχειρήσεις (2.000 μόνο το 2011) κατέφυγαν στο άρθρο 99 του Πτωχευτικού Κώδικα (Ν.3588/2007) με στόχο την προστασία από τους πιστωτές τους. Επειδή οι ρυθμίσεις των άρθρων 99-106 του πτωχευτικού κώδικα λειτουργούν στην πράξη ως «πλυντήριο» ευθυνών για τις επιχειρήσεις και ως εφιάλτης για τους εργαζόμενους, θα προσπαθήσουμε να παρουσιάσουμε το πραγματικό ταξικό περιεχόμενό τους και τις επιπτώσεις τους.
ΠΟΙΕΣ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟ 99

Το άρθρο 99 αντικατέστησε το άρθρο 44 του προηγούμενου πτωχευτικού κώδικα. Δίνει τη δυνατότητα στις επιχειρήσεις να προσφύγουν στα πολυµελή πρωτοδικεία και να ζητήσουν προστασία και συνδιαλλαγή µε τους πιστωτές τους, ώστε να κερδίσουν χρόνο και να πάρουν μέτρα για να αποφευχθεί η πτώχευσή τους. Προβλέπει δηλαδή μία προπτωχευτική διαδικασία με στόχο, υποτίθεται, να πάρει ανάσα η επιχείρηση από τα χρέη της να ανασυγκροτηθεί και να αποτραπεί η πτώχευσή της.
Η επιχείρηση, που προσφεύγει στο πολυμελές πρωτοδικείο με αίτημα την υπαγωγή της στο άρθρο 99, θα πρέπει να αποδείξει ότι βρίσκεται σε οικονοµική δυσπραγία, χωρίς όμως να έχει κηρύξει παύση πληρωµών. Ταυτόχρονα η επιχείρηση, αφού παρουσιάσει στο δικαστήριο τις δραστηριότητες και τα οικονομικά μεγέθη της, θα πρέπει, για να ενταχθεί στο άρθρο 99, να αποδείξει ότι έχει ένα βιώσιμο επιχειρηματικό σχέδιο οικονομικής ανασυγκρότησής της.
Το δικαστήριο αποφασίζει, εάν η προσφεύγουσα σε αυτό επιχείρηση  θα συνεχίσει ή όχι τη λειτουργία της µέσω επαναδιαπραγμάτευσης των οφειλών της µε τους πιστωτές της. Επίσης, εάν το κρίνει αναγκαίο, ορίζει εμπειρογνώμονα για να ελέγξει τα οικονοµικά στοιχεία της. Ο εμπειρογνώμονας, μέσα σε 20 ηµέρες, πρέπει να συντάξει και να υποβάλει σχετική έκθεση στο δικαστήριο.
Εφόσον η αίτηση της επιχείρησης γίνει δεκτή και αρχίσει η διαδικασία επαναδιαπραγμάτευσης των χρεών με τους πιστωτές της, το δικαστήριο ορίζει διαμεσολαβητή, για να συμβάλλει, ώστε τα δύο μέρη (επιχείρηση – πιστωτές) να πετύχουν από κοινού την τελική συμφωνία.
Στο τελευταίο στάδιο της διαπραγμάτευσης, καταρτίζεται σχέδιο ανασυγκρότησης και βιωσιμότητας της επιχείρησης, το οποίο ο διαμεσολαβητής παρουσιάζει στους πιστωτές. Μέσα σε δύο μήνες η πρόταση υποβάλλεται στο δικαστήριο, το οποίο, εάν έχει εξασφαλιστεί η σύμφωνη γνώμη των πιστωτών που εκπροσωπούν την πλειοψηφία του συνόλου των απαιτήσεων, εγκρίνει την πρόταση.
Για να υπαχθεί μία επιχείρηση στο άρθρο 99 θα πρέπει να έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές τουλάχιστον 500.000 ευρώ και η τελική συμφωνία μεταξύ επιχείρησης και πιστωτών, που εγκρίνεται από το δικαστήριο, δεσμεύει μόνο εκείνους που την υπέγραψαν. Η διάρκεια της συμφωνίας ισχύει για δύο χρόνια από την επικύρωσή της από το δικαστήριο.
Το δικαστήριο δεν επικυρώνει την συμφωνία επιχείρησης – πιστωτών, εάν η επιχείρηση κατά την σύναψη της συμφωνίας βρίσκεται σε κατάσταση παύσης πληρωμών, εάν οι όροι της συμφωνίας δεν εξασφαλίζουν την συνέχιση της λειτουργίας της επιχείρησης, εάν θίγονται τα συμφέροντα των πιστωτών που δεν υπέγραψαν την συμφωνία και εάν η διάρκεια ισχύος της συμφωνίας υπερβαίνει τα δύο έτη από την επικύρωση της.
Η απόφαση του δικαστηρίου για την υπαγωγή μίας επιχείρησης στο άρθρο 99 δημοσιεύεται στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Ταμείου Νομικών και οι πιστωτές μπορούν να προσφύγουν σε τριτανακοπή μέσα σε προθεσμία δέκα ημερών από την ημέρα της δημοσίευσής της.
Η απορριπτική απόφαση δημοσιεύεται επίσης στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων και η επιχείρηση μπορεί να ασκήσει έφεση εναντίον της εντός της ίδιας προθεσμίας.
Μετά την δικαστική επικύρωση της συμφωνίας αναστέλλεται η λήψη οποιουδήποτε ασφαλιστικού μέτρου κατά ης υπαχθείσας στο άρθρο 99 επιχείρησης, αίρεται προσωρινά η απαγόρευση ή το κώλυμα έκδοσης από αυτή επιταγών και επίσης αναστέλλεται για 6 μήνες η λήψη κάθε μέτρου συλλογικής αναγκαστικής εκτέλεσης, συμπεριλαμβανομένης της κήρυξης πτώχευσης κλπ.
ΤΟ ΑΡΘΡΟ 99 ΔΙΝΕΙ ΔΕΥΤΕΡΗ ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΚΑΙ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ ΠΟΙΝΙΚΗ ΑΣΥΛΙΑ ΚΑΙ ΑΤΙΜΩΡΗΣΙΑ ΣΤΙΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ
Η εφαρμογή του άρθρου 99 από την περίοδο της θέσπισής του μέχρι σήμερα έχει αποδείξει ότι η υπαγωγή επιχειρήσεων σε αυτό οδηγεί σε πλήρη ατιμωρησία τους «μπαταχτζήδες» μεγαλοοφειλέτες του Δημοσίου, των ασφαλιστικών ταμείων και των εργαζομένων. Παρότι οι συλλήψεις μεγαλοοφειλετών του δημοσίου συνεχίζονται με αμείωτο ρυθμό, τελικά οι περισσότεροι από αυτούς αφήνονται ελεύθεροι από τα δικαστήρια, επειδή είχαν προλάβει να υπαχθούν στο καθεστώς του άρθρου 99.
Πολλοί μεγαλοοφειλέτες ιδιοκτήτες επιχειρήσεων κατέφυγαν στο άρθρο 99, όχι για να διασώσουν τις επιχειρήσεις τους, αλλά για να αποφύγουν τη δίωξη από τους πιστωτές τους, μεταξύ των οποίων και το Δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία, χρησιμοποιώντας τη συγκεκριμένη ευχέρεια ως παράθυρο αποφυγής των ποινικών και αστικών ευθυνών τους.
Όταν το 2007 το Υπουργείο Δικαιοσύνης παρουσίαζε το νέο πτωχευτικό κώδικα, ισχυριζόταν ότι προχωρούσε στον αναγκαίο εκσυγχρονισμό ενός απαρχαιωμένου πτωχευτικού δικαίου, που είχε θεσπιστεί πριν από 160 χρόνια. Όταν, τον Ιούλιο του 2007, ψηφίστηκε στη Βουλή από τους βουλευτές όχι μόνο της ΝΔ αλλά και του ΠΑΣΟΚ, μόνο κάποιοι/ες από την Αριστερά τόλμησαν να τον χαρακτηρίσουν ως αντεργατικό νόμο, ο οποίος αφαιρούσε κατακτημένα εργατικά δικαιώματα.
Η τότε κυβέρνηση της ΝΔ και η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ θεωρούσαν ότι ο νέος Πτωχευτικός Κώδικας θεσπίζει ένα απλοποιημένο, σύγχρονο, δίκαιο και λειτουργικό σύστημα ρυθμίσεων, όπως αυτές ισχύουν στη Γερμανία, Γαλλία και Ισπανία, με βάση τη λεγόμενη δεύτερη ευκαιρία προς τις επιχειρήσεις μέσα από τη «διαδικασία συνδιαλλαγής» με τους πιστωτές τους των άρθρων 99-106 του νέου νόμου.
Εάν εξετάσουμε, πώς οι επιχειρήσεις που εντάχτηκαν στο άρθρο 99 έκαναν χρήση αυτής της «δεύτερης ευκαιρίας», θα καταλάβουμε για ποιους ιδιοτελείς λόγους και σε βάρος ποιών δημόσιων, κοινωνικών και εργασιακών συμφερόντων την αξιοποίησαν.
Ο ΠΥΡΗΝΑΣ ΤΩΝ ΡΥΘΜΙΣΕΩΝ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΠΤΩΧΕΥΤΙΚΟΥ ΚΩΔΙΚΑ ΕΙΝΑΙ ΑΝΤΕΡΓΑΤΙΚΟΣ
Με το προηγούμενο πτωχευτικό κώδικα, όλες οι απαιτήσεις των εργαζομένων που γεννήθηκαν την τελευταία διετία πριν από την πτώχευση, καθώς και οι απαιτήσεις από αποζημιώσεις λόγω καταγγελίας σύμβασης, ανεξαρτήτως του χρόνου κατά τον οποίο προέκυψαν, ικανοποιούνταν κατά προτεραιότητα. Με το νέο νόμο οι προνομιακές απαιτήσεις των εργαζομένων περιορίζονται μόνο σε όσες προέκυψαν ένα εξάμηνο πριν από την πτώχευση. Επίσης δεν εντάσσονται πλέον στην προνομιακή κατάταξη οι τόκοι αυτών των απαιτήσεων, ενώ το ποσό που μπορούν να απαιτήσουν οι εργαζόμενοι φτάνει μόνο μέχρι το 50% από το κεφάλαιο που είναι προς διανομή (αυτό δηλαδή που έχει απομείνει από την περιουσία της σχεδόν χρεοκοπημένης επιχείρησης).
Με τον ίδιο τρόπο περιορίζεται ή και περικόπτεται προς όφελος των μεγάλων πιστωτών - τραπεζών και η μέχρι την ισχύ αυτού του νόμου προνομιακή μεταχείριση των απαιτήσεων των ασφαλιστικών ταμείων και του δημοσίου.

ΤΟ ΑΡΘΡΟ 99 ΑΣΠΙΔΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ

Το άρθρο 99 συμπεριλαμβάνει στους πιστωτές και τους εργαζόμενους όσον αφορά τις απαιτήσεις τους από μισθούς και αποζημιώσεις απολύσεων. Ο προηγούμενος πτωχευτικός κώδικας τους εξαιρούσε από τους πιστωτές και αντιμετώπιζε κατά προτεραιότητα τις απαιτήσεις τους.
Οι εργαζόμενοι και οι διεκδικήσεις τους αντιμετωπίζονται λοιπόν από το άρθρο 99 ως… πιστωτές, στους οποίους όμως την πλειοψηφία του συνόλου των απαιτήσεων κατά κανόνα έχουν οι μεγάλες τράπεζες, που ουσιαστικά παίρνουν και τις αποφάσεις! Επίσης δεν προβλέπεται η συμμετοχή εκπροσώπου τους στην επιτροπή πιστωτών, που συνδιαλλάσσεται με την επιχείρηση, αλλά ο ορισμός του αφήνεται στη διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου. συντριπτική πλειοψηφία όμως Οι δικαστικές αποφάσεις όμως, που έχουν εκδοθεί μέχρι σήμερα για την υπαγωγή χιλιάδων επιχειρήσεων στο άρθρο 99, στη συντριπτική πλειοψηφία τους δεν συμπεριλαμβάνουν εκπρόσωπο των εργαζομένων στην επιτροπή των πιστωτών.
Η εξομοίωση των εργατικών απαιτήσεων για μισθούς ή αποζημιώσεις απολύσεων με τις απαιτήσεις των πιστωτών, έρχεται σε αντίθεση με τη κατοχυρωμένη από το Σύνταγμα και το εργατικό δίκαιο προστασία των εργαζομένων, ως το αδύνατο μέρος της εργασιακής σχέσης. Η επιχείρηση το διάστημα που διαρκεί η προπτωχευτική διαδικασία, με την απειλή ότι θα οδηγηθεί στην πτώχευση και οι εργαζόμενοι θα χάσουν τη δουλειά τους, τους αναγκάζει να εργάζονται απλήρωτοι. Στο τέλος όμως συνήθως η επιχείρηση κλείνει και οι εργαζόμενοί όχι μόνο χάνουν την εργασία τους αλλά και τα δεδουλευμένα τους.
Επίσης η δικαστική ικανοποίηση των εργαζομένων για τα οφειλόμενα σε αυτούς από μισθούς και αποζημιώσεις απολύσεων καθυστερεί για όλο το χρονικό διάστημα των περίπου τεσσάρων χρόνων από την αίτηση υπαγωγής μίας επιχείρησης στο άρθρο 99 μέχρι τη λήξη της συμφωνία με τους πιστωτές της.
Συμπερασματικά η πλειοψηφία των επιχειρήσεων που εντάσσονται στην προπτωχευτική διαδικασία δεν αποφεύγουν τελικά τη χρεοκοπία. Οι επιχειρήσεις όμως με την υπαγωγή τους στο άρθρο 99 αποκτούν μία ιδιότυπη ποινική και αστική ασυλία για χρέη τους προς το δημόσιο, τα ασφαλιστικά ταμεία και τους εργαζόμενους. Με αυτό τον τρόπο κερδίζουν χρόνο για να οργανώσουν για τους βασικούς μετόχους τους άλλες επιχειρηματικές λύσεις και κυρίως την προστασία της προσωπικής περιουσίας τους.
Το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα και οι δυνάμεις της Αριστεράς θα πρέπει να θέσουν ως στόχο των αγώνων τους την κατάργηση του άρθρου 99 και την κατοχύρωση από νέα νομική ρύθμιση της εργασίας, των απαιτήσεων και των δικαιωμάτων των εργαζομένων. Επίσης τη δυνατότητα λειτουργίας των χρεοκοπημένων επιχειρήσεων από τους ίδιους τους εργαζόμενους μέσω μορφών αυτοδιαχείρισης ή συνεταιριστικής δράσης και τη χρηματοδότησή των κεφαλαίων κίνησης και των επενδύσεων τους.
Δευτέρα 12 Μαρτίου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου